-
1 γωνία
γωνία, ἡ,A corner, angle, Hdt.1.51, Pl.Men. 84d, etc.; γ. ἐπίπεδος, στερεά, plane, solid angle, Euc.1 Def.8,11Def.11; αἱ πρὸς τῇ βάσει γ. the angles at the base, Id.1.5; ἡ ὑπὸ ΒΑΓ or ὑπὸ τῶν ΒΑΓ γ. the angle ΒΑΓ, Id.1.9,al.2 metaph., corner, secluded spot,ἐν γωνίᾳ ψιθυρίζειν Pl.Grg. 485d
;ἐν γ. πεπραγμένον Act.Ap.26.26
.3 of the four quarters of the compass, Ptol.Tetr.29.IV of persons, leader, chief, LXX 1 Ki.14.38. (Akin to γόνυ.)
См. также в других словарях:
συνδυαστικός λογισμός — Είναι γνωστός και ως συνδυαστική ανάλυση. Κλάδος της αριθμητικής, που εξετάζει τις διάφορες δυνατές ομαδοποιήσεις με διάφορα αντικείμενα ή σύμβολα. Αν έχουμε τρεις σφαίρες με διαφορετικό χρώμα (άσπρο, κόκκινο, πράσινο) και θέλουμε να σχηματίσουμε … Dictionary of Greek